Η ασημένια κουτάλα

Κάποια μέρα αποφασίζει η μητέρα ενός φοιτητή που μένει και σπουδάζει στην Αθήνα, να έρθει να επισκεφτεί τον γιο της το Γιάννη. Με το που φτάνει στο διαμέρισμα, βλέπει και τον συγκάτοικό του, τον Πάνο.
Τον κοιτάζει καλά – καλά, από την κορυφή ως τα νύχια….

Αφού μητέρα και γιος τα λένε για λίγο, πηγαίνει στην κουζίνα η μαμά να ετοιμάσει το τραπέζι, για να φάνε και οι τρεις μαζί. Καθώς κάθονται στο τραπέζι, η μητέρα τού Γιάννη συνεχίζει να ρίχνει μυστήριες ματιές, μία στον γιο της, και μία στον συγκάτοικό του, τον Πάνο.

Οπότε, σε κάποια στιγμή δεν κρατήθηκε άλλο ο γιος της, και της λέει:
– Μητέρα, ξέρω τι σκέφτεσαι, όμως εγώ και ο Πάνος είμαστε μόνο φίλοι και συγκάτοικοι.
Η μητέρα του, του απαντάει :
– Παιδί μου δεν είπα τίποτα εγώ. Μήπως είπα; Ας συνεχίσουμε λοιπόν το φαγητό μας… αλήθεια, τι ωραία κουτάλα είναι αυτή! Είναι ασημένια; Απαντάει ο Πάνος και της λέει :
«Ναι, είναι ασημένια, και μου την έχει δώσει η μητέρα μου. Είναι οικογενειακό κειμήλιο..» Τελειώνουν το φαγητό, και η μητέρα πηγαίνει να καθαρίσει την κουζίνα, ενώ οι δύο νέοι βλέπουν τηλεόραση.
– Την επομένη το βράδυ, η μαμά αποχαιρετά τον γιο της και τον συγκάτοικό του, και επιστρέφει στο χωριό της στις Σέρρες.
Μετά από δέκα μέρες, είναι ο Πάνος και ο Γιάννης στο σπίτι και ετοιμάζονται να φάνε. Ψάχνει ο Πάνος για την κουτάλα την ασημένια, το οικογ. κειμήλιο, αλλά άφαντη η κουτάλα. Έφαγε τον κόσμο, όμως τίποτα.. Στο τέλος ρωτάει και τον Γιάννη:
«Αγάπη μου μήπως είδες πουθενά την ασημένια κουτάλα; δεν μπορώ να την βρω πουθενά.».

Ψάχνουν και οι δύο μαζί, όμως και πάλι τίποτα. Οπότε λέει ο Πάνος στον Γιάννη:
«Δεν θέλω να σε στενοχωρήσω αγάπη μου, όμως η κουτάλα χάθηκε ενώ η μητέρα σου ήταν εδώ, δεν της τηλεφωνείς;»
«εντάξει» του λέει ο Γιάννης, «Αλλά καλύτερα να της στείλω μήνυμα.» Κάθεται και στέλνει λοιπόν ο Γιάννης στην μητέρα του :
»Αγαπητή μητέρα εδώ και δέκα μέρες από την μέρα που έφυγες, ψάχνουμε ο Πάνος και εγώ την ασημένια κουτάλα, που αν θυμάσαι, είναι οικογενειακό τους κειμήλιο.. Δεν λέω πως εσύ πήρες την κουτάλα, αλλά δεν λέω πως δεν την πήρες επίσης. Απλώς σε ρωτάω για να μας λυθεί αυτή η απορία.»
Έπειτα από λίγο λαμβάνει ο Γιάννης μήνυμα από τη μητέρα του, το οποίο έγραφε :
»Αγαπητό μου παιδί, δεν λέω πως εσύ και ο συγκάτοικός σου τα έχετε, αλλά δεν λέω πως δεν τα έχετε επίσης… Αν όμως ο φίλος σου ο Πάνος κοιμόταν στο δικό του το κρεβάτι, θα είχε βρει την ασημένια κουτάλα του κάτω από τα σκεπάσματα…

Blog Widget by LinkWithin